Η φράση «χτύπα ξύλο» είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα της λαϊκής δεισιδαιμονίας που έχει διατηρηθεί ζωντανή μέχρι σήμερα, περνώντας από γενιά σε γενιά. Λέγεται σχεδόν αυθόρμητα όταν θέλουμε να αποφύγουμε την… πρόκληση της μοίρας, ή όταν κάποιος αναφέρει κάτι κακό που μπορεί να συμβεί. Αλλά από πού προήλθε αυτή η τόσο διαδεδομένη συνήθεια;Η ρίζα της έκφρασης εντοπίζεται στην α…
Η φράση «χτύπα ξύλο» είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα της λαϊκής δεισιδαιμονίας που έχει διατηρηθεί ζωντανή μέχρι σήμερα, περνώντας από γενιά σε γενιά. Λέγεται σχεδόν αυθόρμητα όταν θέλουμε να αποφύγουμε την… πρόκληση της μοίρας, ή όταν κάποιος αναφέρει κάτι κακό που μπορεί να συμβεί. Αλλά από πού προήλθε αυτή η τόσο διαδεδομένη συνήθεια;
Η ιστορία πίσω από την πιο προληπτική μας φράση
Η ρίζα της έκφρασης εντοπίζεται στην αρχαία Ελλάδα, όπου υπήρχε η πεποίθηση πως τα δέντρα κατοικούνταν από θεότητες της φύσης, κυρίως τις Δρυάδες και τις Αμαδρυάδες. Οι άνθρωποι χτυπούσαν τους κορμούς τους για να καλέσουν την εύνοιά τους ή να ζητήσουν προστασία. Με άλλα λόγια, το ξύλο λειτουργούσε ως μέσο επικοινωνίας με το θείο.
Μια εναλλακτική εκδοχή της προέλευσης έρχεται από παλαιότερες ευρωπαϊκές παραδόσεις, σύμφωνα με τις οποίες οι άνθρωποι πίστευαν ότι στα δάση κατοικούσαν πνεύματα. Όταν ήθελαν να μιλήσουν για κάτι σοβαρό ή αρνητικό, χτυπούσαν τα δέντρα ώστε τα πνεύματα να φύγουν και να μην «ακούσουν» αυτά που λέγονταν.
Αντίστοιχες παραδόσεις συναντώνται και στη Βρετανία, όπου χρησιμοποιείται η φράση «touch wood» (άγγιξε ξύλο), κάτι που συνδέεται με παλιές ιρλανδικές δοξασίες. Εκεί, αγγίζοντας το ξύλο, οι άνθρωποι πίστευαν ότι ευχαριστούν πνεύματα ή μαγικά πλάσματα που έφερναν καλή τύχη, προστατεύοντας έτσι τον εαυτό τους από την ατυχία ή το κακό.
Είτε χτυπώντας είτε αγγίζοντας το ξύλο, η ουσία είναι η ίδια: μια μικρή, καθημερινή πράξη που αποκαλύπτει τον διαχρονικό φόβο του ανθρώπου για το άγνωστο και την ανάγκη του να νιώσει ότι έχει τον έλεγχο απέναντι στην αβεβαιότητα της ζωής.
Δείτε και αυτά